Όλες οι πληροφορίες που σχετίζονται με την αγροτική δραστηριότητα του δήμου Βοΐου
Τα τελευταία χρόνια, τα αρωματικά/καλλωπιστικά φυτά άρχισαν να αποτελούν αντικείμενο ενασχόλησης αρκετών παραγωγών στη χώρα μας. Η ανάπτυξη των καλλιεργειών αυτής της μορφής ευνοείται από τις εδαφικές και κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα. Η επεξεργασία των αρωματικών φυτών έχει ως τελικό προϊόν τα αιθέρια έλαια, τα οποία έχουν αρκετές χρήσεις (π.χ. ως φαρμακευτικά) και η ζήτησή τους αυξάνεται διαρκώς. Η επένδυση στα αρωματικά φυτά μπορεί να επιφέρει σημαντικά οικονομικά οφέλη στους παραγωγούς.
Στην ενότητα αυτή αναλύονται τα παρακάτω αρωματικά φυτά:
Η λεβάντα (Lavandula) είναι ένα πολυετές αρωματικό φυτό που ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών και καλλιεργείται κυρίως για το αιθέριο έλαιό της, αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί και ως καλλωπιστικό φυτό. Η συστηματική καλλιέργειά της στη χώρα μας, οφείλεται στην ευρεία χρήση του αιθέριου ελαίου στις φαρμακοβιομηχανίες. Αυτό αποφέρει σημαντικά κέρδη, παρακινώντας αρκετούς επαγγελματίες παραγωγούς και μη στην ενασχόληση με την καλλιέργεια της.
Πρόκειται για πολύκλαδο, φρυγανώδη θάμνο με όρθιους βλαστούς που φύονται από τη βάση. Τα φύλλα είναι στενά, λογχοειδή και έχουν γκριζοπράσινο χρώμα. Έχει πλούσια και εξαιρετικά αρωματική ανθοφορία (μωβ άνθη). Ανάλογα με το είδος και την ποικιλία, φτάνει τα 30 με 80 εκ. σε ύψος. Στην Ελλάδα συναντώνται αυτοφυή τα είδη λεβάντα η στενόφυλλος και λεβάντα η στοιχάς (άγρια λεβάντα). Επίσης, μερικά από τα πιο γνωστά είδη είναι η λεβάντα η οδοντωτή, λεβάντα η πλατύφυλλος και λεβάντα η πολυσχιδής.
Σημαντικές Πληροφορίες
Η λεβάντα ευδοκιμεί σε εδάφη που είναι πλούσια σε ασβέστιο, το οποίο είναι απαραίτητο για την ανάπτυξή της. Η παρουσία επαρκούς ασβεστίου στο έδαφος, βελτιώνει τη ποιότητα του αιθέριου ελαίου και για το λόγο αυτό προτιμώνται ελαφριά και χαλικώδη εδάφη. Το έδαφος θα πρέπει να έχει καλή αποστράγγιση διότι η λεβάντα είναι αρκετά ευαίσθητη στη περίσσεια νερού. Συνήθως καλλιεργείται σε περιοχές που επικρατούν πολύ χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα και σχετικά υψηλές το καλοκαίρι. Μπορεί επίσης να καλλιεργηθεί σε επικλινή εδάφη και εδάφη που κινδυνεύουν από διάβρωση. Ανάλογα με το είδος, μπορεί να αναπτυχθεί σε ποικίλα υψόμετρα. Η στενόφυλλη καλλιεργείται σε υψόμετρο έως και 1700 μ, ενώ η πλατύφυλλη αναπτύσσεται κυρίως στα 200-700 μ. Τα φυτά ευδοκιμούν σε ψυχρές περιοχές και έχουν άφθονη άνθιση. Έτσι, όσο αυξάνεται το υψόμετρο, τόσο αυξάνεται και η παραγωγή αιθέριου ελαίου.
Το φυτό πολλαπλασιάζεται με σπόρους, μοσχεύματα και παραφυάδες. Η φύτευση γίνεται κυρίως το φθινόπωρο και η καλλιέργεια φτάνει σε ικανοποιητική απόδοση κατά το 3ο με 4ο έτος, αλλά μπορεί να διαρκέσει για αρκετά χρόνια ακόμα. Το μέγιστο της παραγωγής αποδίδεται από το 4ο μέχρι και το 6ο έτος της καλλιέργειας. Δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε νερό και σε περιόδους μεγάλης ξηρασίας, θα χρειαστεί ένα με δύο ποτίσματα. Η άρδευση μπορεί να αυξήσει την παραγωγή (κυρίως στις ώριμες καλλιέργειες), αλλά θα πρέπει να γίνεται ελεγχόμενα, διότι η υπερβολική άρδευση οδηγεί σε αύξηση του ύψους των φυτών και κατά συνέπεια σπάσιμο των κλαδιών της. Προτιμάται η μέθοδος της στάγδην άρδευσης. Όσον αφορά τη λίπανση, η λεβάντα έχει ανάγκη τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία για να αναπτυχθεί σωστά και να αυξήσει την ανθοφορία και συνεπώς την παραγωγή. Συνιστάται βασική λίπανση (Ν, P, K). Πιο συγκεκριμένα, η λίπανση γίνεται συνήθως με 4-5 κιλά αζώτου, 6-8 κιλά φωσφόρου και 7-8 κιλά καλίου κατά το πρώτο έτος της καλλιέργειας. Τα επόμενα έτη, συνιστάται εφαρμογή 10 κιλών αζώτου-φωσφόρου-καλίου.
Ο κατάλληλος χρόνος για συγκομιδή θεωρείται το στάδιο της πλήρης άνθισης του φυτού, δηλαδή από τα μέσα/τέλη της άνοιξης έως και το τέλος του καλοκαιριού. Τα φυτά συλλέγονται με κοινές χορτοκοπτικές μηχανές ή μηχανές κοπής λεβάντας, κατά προτίμηση τις πρωινές ώρες. Έπειτα, μεταφέρονται σε ειδικό υπόστεγο ή ξηραντήριο για να επεξεργαστούν (ξήρανση, τρίψιμο και κοσκίνισμα). Στη συνέχεια τοποθετούνται στον αποστακτήρα με σκοπό τη παραγωγή του αιθέριου ελαίου.
Ιδιότητες και Χρήσεις
Η επαγγελματικά καλλιεργούμενη λεβάντα μπορεί να αξιοποιηθεί με τη μορφή των φρέσκων ή αποξηραμένων ανθέων, καθώς και με την εξαγωγή του αιθέριου ελαίου της. Το αιθέριο έλαιο χρησιμοποιείται στη βιομηχανία καλλυντικών, στη σαπωνοποιία, την αρωματοποιία και την βιομηχανία απορρυπαντικών. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται ευρέως και στη φαρμακοβιομηχανία λόγω των σημαντικών ιδιοτήτων του (αντιοξειδωτικό, αντικαταρροϊκό, τονωτικό). Η ξηρή δρόγη της λεβάντας χρησιμοποιείται για τον αρωματισμό εσωτερικών χώρων, αλλά και την προστασία των ρούχων από το σκώρο, λόγω των εντομοαπωθητικών ιδιοτήτων της.
Τέλος, η λεβάντα χρησιμοποιείται και ως καλλωπιστικό φυτό κήπου ή τοπίου, καθώς και ως φυτό γλάστρας σε ηλιόλουστες θέσεις. Μπορεί να φυτευτεί μεμονωμένα ή σε ομάδες φυτών για τον καλλωπισμό άνυδρων βραχότοπων. Επίσης, μπορεί να φυτευτεί μαζί με τριανταφυλλιές για την ανάδειξη του χώρου λόγω του θεαματικού χρωματικού τους αποτέλεσμα.
Η ρίγανη (Origanum vulgare) είναι ένα πολυετές, ποώδες φυτό του γένους Origanum και ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών. Η Ελληνική ρίγανη είναι αυτοφυής (ορεινές και βραχώδεις περιοχές) και θεωρείται από τις καλύτερες σε παγκόσμια κλίμακα. Αποτελεί βασικό συστατικό της Ελληνικής και Ιταλικής κουζίνας. Έχει χαρακτηριστικό άρωμα και καλλιεργείται για χρήση στη μαγειρική ως καρύκευμα και για τις σημαντικές φαρμακευτικές ιδιότητές της.
Σημαντικές Πληροφορίες
Η ρίγανη μπορεί να καλλιεργηθεί σε πληθώρα εδαφών, εκτός από τα αργιλώδη και τα αμμώδη. Αποδίδει καλύτερα σε πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές, σε εδάφη με καλή αποστράγγιση. Μπορεί να αναπτυχθεί ακόμα και σε πετρώδη, φτωχά εδάφη και να καλλιεργηθεί ως ξερική. Το φυτό φτάνει τα 20-80 εκ. σε ύψος, με αντίθετα φύλλα και άσπρα-μωβ άνθη. Ανάλογα με την περιοχή, η ανθοφορία της ξεκινά τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο. Δεν χρειάζεται λίπανση και δεν παρουσιάζει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε νερό. Σε περιόδους μεγάλης ξηρασίας, θα χρειαστεί ένα με δύο ποτίσματα.
Η ιδανική θερμοκρασία για την ανάπτυξη της ρίγανης είναι μεταξύ 18 και 22 οC. Μπορεί να αντέξει θερμοκρασίες έως και 33 οC, ενώ τα φυτά του πρώτου έτους αντέχουν ακόμα και ακραίες θερμοκρασίες (-25 οC και 42 οC). Η παραγωγική ζωή του φυτού φτάνει τα 10 χρόνια. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο, ο οποίος βλαστάνει σε 4 ημέρες. Δύο μήνες μετά τη βλάστηση, τα νεαρά φυτά μπορούν να μεταφυτευτούν. Η συγκομιδή της μπορεί να γίνει καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου για χρήση των φύλλων στη μαγειρική. Όταν προορίζεται για αποξήρανση, η συλλογή γίνεται κατά την ανθοφορία. Τα άνθη συλλέγονται και μεταφέρονται σε ειδικό υπόστεγο ή ξηραντήριο για να επεξεργαστούν (ξήρανση, τρίψιμο και κοσκίνισμα). Στη συνέχεια τοποθετούνται στον αποστακτήρα με σκοπό τη παραγωγή του αιθέριου ελαίου. Η μέση απόδοση ξερικής ρίγανης είναι 97 κιλά ανά στρέμμα. Η ελάχιστη απόδοση συνήθως φτάνει τα 50 κιλά ανά στρέμμα, ενώ η μέγιστη μπορεί να φτάσει τα 180 κιλά ανά στρέμμα.
Ιδιότητες και Χρήσεις
Το αιθέριο έλαιο έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες, λόγω της δραστικής ουσίας που περιέχει (καρβακόλη). Μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τον άνθρωπο με τις ακόλουθες δράσεις:
Τέλος, εκτός από τη φαρμακοβιομηχανία, μπορεί να αξιοποιηθεί και στην αρωματοποιία, την αρωματοθεραπεία και τη βιομηχανία καλλυντικών.
Η Ροδή (Rosa), κοινώς γνωστή ως τριανταφυλλιά, είναι ένα φυλλοβόλο καλλωπιστικό φυτό της οικογένειας των Ροδοειδών. Η καλλιέργειά της είναι αρκετά διαδεδομένη στη χώρα μας, λόγω των ευνοϊκών κλιματικών συνθηκών που επικρατούν. Το κλίμα στη χώρα μας θεωρείται ιδανικό για τις απαιτήσεις της, τόσο σε ηλιοφάνεια όσο και σε θερμοκρασία. Εκτός από την καλλιέργειά της για καλλωπιστικούς σκοπούς (βελτίωση της αισθητικής ενός τοπίου), η τριανταφυλλιά μπορεί να αξιοποιηθεί και στην αρωματοποιία, τη βιομηχανία καλλυντικών και την αρτοζαχαροπλαστική. Πιο συγκεκριμένα, το ροδέλαιο, είναι από τα πιο ακριβά αιθέρια έλαια διότι δεν διατίθεται χημικό υποκατάστατο στην αγορά. Έτσι, τα τελευταία χρόνια πολλοί παραγωγοί στρέφουν τη προσοχή τους στην καλλιέργειά της.
Η τριανταφυλλιά έχει μία αποξυλωμένη ρίζα, η οποία διακλαδίζεται προς όλες τις κατευθύνσεις. Οι βλαστοί της είναι αρχικά τρυφεροί, ενώ όσο αναπτύσσεται το φυτό, σκληραίνουν και αποξηραίνονται. Εξωτερικά περιβάλλονται από αγκάθια. Τα φύλλα έχουν και αυτά αγκάθια στις άκρες τους. Στις άκρες των βλαστών, φύονται τα άνθη της τριανταφυλλιάς. Τα μπουμπούκια είναι αρχικά κλειστά, ενώ με την πάροδο του χρόνου ανοίγουν και διαμορφώνονται τα πέταλα. Το χρώμα των πετάλων ποικίλει, ανάλογα με την καλλιεργούμενη ποικιλία και μπορεί να είναι ροζ, κόκκινα, λευκά ή ακόμα και κίτρινα. Το φυτό φτάνει σε πλήρη ανθοφορία (περίοδος Μαΐου-Ιουνίου) κατά τον δεύτερο χρόνο και μπορεί να δώσει 500-600 άνθη.
Υπάρχουν πέντε τρόποι με τους οποίους μπορεί να πολλαπλασιαστεί η τριανταφυλλιά:
Σημαντικές Πληροφορίες
Ιδιότητες και Χρήσεις
Η τριανταφυλλιά προσφέρει ομορφιά σε ένα τοπίο με τα πολύχρωμα και ευωδιαστά άνθη της. Επιπλέον, τα ροδοπέταλά της παρέχουν το αιθέριο αρωματικό λάδι, το οποίο χρησιμοποιείται στην παρασκευή αρωμάτων/καλλυντικών και στη ζαχαροπλαστική. Το ροδόνερο θεωρείται ευεργετικό για τον άνθρωπο καθώς φέρεται να έχει αντικαταθλιπτικές ιδιότητες και βοηθά στη πέψη.
Το γένος Σιδηρίτης περιλαμβάνει περίπου 150 είδη, ανάμεσα στα οποία και το δημοφιλές στη χώρα μας τσάι του βουνού. Πρόκειται για μονοετή ή πολυετή χνουδωτή πόα, που ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών και καλλιεργείται κυρίως για χρήση των αποξηραμένων ανθών σε ροφήματα. Επίσης, φέρεται να έχει αρκετές φαρμακευτικές ιδιότητες. Τα άνθη είναι μικρά, στοιχισμένα κατά σπονδύλους και έχουν κίτρινο ή λευκό χρώμα. Στην Ελλάδα συναντώνται 17 περίπου αυτοφυή είδη, με τα πιο γνωστά να είναι τα παρακάτω:
Σημαντικές Πληροφορίες
Το τσάι του βουνού ευδοκιμεί σε βραχώδη, ασβεστολιθικά εδάφη. Επίσης, μπορεί να αναπτυχθεί στα κοιλώματα ή τις ρωγμές ασβεστολιθικών βράχων, σε πετρώδεις περιοχές, μεμονωμένα ή σε φυτοκοινωνίες. Το φυτό πολλαπλασιάζεται εγγενώς με σπόρο ή αγενώς με παραφυάδες, από φυτά που διανύουν το δεύτερο έτος της καλλιέργειας. Πρόκειται για ξερική καλλιέργεια και δεν χρειάζεται λίπανση, ενώ παρουσιάζει ελάχιστες απαιτήσεις σε νερό. Σε περιόδους μεγάλης ξηρασίας, θα χρειαστεί ένα με δύο ποτίσματα κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης. Το φυτό μπορεί να καλλιεργηθεί για 5 έως 8 χρόνια στο ίδιο χωράφι και η παραγωγή αυξάνεται συνεχώς από το δεύτερο έως και το τέταρτο έτος, ενώ αρχίζει να μειώνεται από το πέμπτο και μετά.
Η φύτευση μπορεί να γίνει σε δύο περιόδους. Μία το φθινόπωρο (Οκτώβριος-Νοέμβριος) και μία κατά το τέλος του χειμώνα με αρχές της άνοιξης (Φεβρουάριος-Μάρτιος). Στην Ελλάδα, η κατάλληλη εποχή για φύτευση θεωρείται το φθινόπωρο, κυρίως μετά τα πρωτοβρόχια. Προτιμάται φύτευση σε γραμμές που απέχουν 50-60 εκ. μεταξύ τους, ενώ τα φυτά εντός των γραμμών απέχουν 40-50 εκ. Μπορεί να γίνει με το χέρι σε μικρούς λάκκους, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται κατάλληλα ρυθμισμένες φυτευτικές μηχανές (ρύθμιση της απόστασης των δίσκων).
Η συγκομιδή πραγματοποιείται κατά την πλήρη άνθιση του φυτού, τον Ιούλιο. Κόβεται ολόκληρη η ταξιανθία και ένα μέρος του βλαστού μήκους 5-6 εκ. Αυτό μπορεί να γίνει με το χέρι, με μαχαίρι ή με δρεπάνι. Έπειτα, η ποσότητα που συλλέχθηκε μεταφέρεται σε υπόστεγα, όπου θα αποξηρανθεί. Η σκιά αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να αποκτήσει το φυτό το επιθυμητό πρασινοκίτρινο χρώμα. Σε περίπτωση που η αποξήρανση δεν γίνει σε σκιερό μέρος, τα φυτά αποχρωματίζονται με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητάς τους. Οι αποδόσεις σε ξηρό προϊόν μπορούν να φτάσουν τα 100-150 κιλά ανά στρέμμα. Φυσικά, οι αποδόσεις εξαρτώνται από τις εκάστοτε καλλιεργητικές φροντίδες.
Ιδιότητες και Χρήσεις
Τα αποξηραμένα άνθη χρησιμοποιούνται σε ροφήματα και κυρίως ως αφέψημα (τσάι). Επιπλέον, έρευνες έδειξαν ότι το τσάι του βουνού διαθέτει σημαντικές φαρμακευτικές ιδιότητες, όπως:
Τα τελευταία χρόνια πολλοί παραγωγοί στρέφουν την προσοχή τους σε βότανα που αποτελούν σημαντική πηγή αντιοξειδωτικών για τον άνθρωπο, με το χαμομήλι να είναι ένα από αυτά. Πρόκειται για ένα μονοετές αρωματικό φυτό που ανήκει στην οικογένεια των Αστεροειδών και έχει σημαντικές φαρμακευτικές ιδιότητες. Από μορφολογικής άποψης, το χαμομήλι είναι πολύκλαδο φυτό με λείο βλαστό και άνθη κατανεμημένα σε ταξιανθίες-κεφαλίδες. Τα είδη χαμομηλιού που χρησιμοποιούνται πιο συχνά είναι τα εξής:
Το χαμομήλι ευδοκιμεί σε μέσης γονιμότητας εδάφη και σε περιοχές με ήπιο κλίμα. Λόγω των ελάχιστων απαιτήσεων του σε νερό, καλλιεργείται κυρίως ως ξερικό. Για την ομαλή ανάπτυξη του φυτού, απαιτούνται δροσερές, εύκρατες συνθήκες με θερμοκρασίες που κυμαίνονται από 7 έως 26 oC και ζεστές, μεγάλου μήκους ημέρες. Στις συνθήκες αυτές, το φυτό παράγει περισσότερα άνθη και έχει τη βέλτιστη απόδοση σε αιθέριο έλαιο. Είναι ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα και μπορεί να επιβιώσει ακόμη και σε ακραίες συνθήκες (-12 oC), ενώ δεν παρουσιάζει προβλήματα από μυκητολογικές και εντομολογικές προσβολές.
Στην Ελλάδα, η κατάλληλη εποχή για φύτευση θεωρείται το φθινόπωρο, κυρίως μετά τα πρωτοβρόχια. Προτιμάται φύτευση σε γραμμές που απέχουν 50-60 εκ. μεταξύ τους, ενώ τα φυτά εντός των γραμμών απέχουν 40-50 εκ. Το φυτό δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις για την καλλιέργειά του και ως εκ τούτου δε χρειάζεται λίπανση, ενώ παρουσιάζει ελάχιστες απαιτήσεις σε νερό. Σε περιόδους μεγάλης ξηρασίας, θα χρειαστεί ένα με δύο ποτίσματα κατά τα πρώτα στάδια ανάπτυξης. Η συγκομιδή γίνεται κατά την πλήρη ανθοφορία (Μάιο) με συλλεκτικές μηχανές, χτένες ή με τσουγκράνες. Συνήθως γίνεται τις πρωινές ώρες και συλλέγονται οι κεφαλίδες. Τα συλλεγόμενα φυτικά μέρη τοποθετούνται για ξήρανση σε δικτυωτά πλαίσια υπό σκιά ή σε ξηραντήρια με ελεγχόμενες ρυθμίσεις. Στη συνέχεια μεταφέρονται σε ειδικούς αποστακτήρες για την παραγωγή του αιθέριου ελαίου. Η μέση απόδοση νωπών κεφαλίδων είναι 300-400 κιλά ανά στρέμμα. Η απόδοση σε αιθέριο έλαιο εξαρτάται από τις κλιματικές συνθήκες και την καλλιεργούμενη ποικιλία.
Ιδιότητες και Χρήσεις
Τα άνθη του χαμομηλιού χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του ομώνυμου τσαγιού. Επιπλέον, εκχυλίσματα του φυτού χρησιμοποιούνται σε διάφορα σαμπουάν και καλλυντικά. Με την απόσταξη των ανθέων, λαμβάνουμε το αιθέριο έλαιο τους, το οποίο έχει αντιοξειδωτική, αντισηπτική, καθώς και εντομοκτόνο δράση. Τέλος, το ρόφημα του χαμομηλιού διακρίνεται για τις ηρεμιστικές και τονωτικές του ιδιότητες.
Πλατεία Τσιστοπούλου 5
50300, Σιάτιστα
Τηλ. +30 2465350100 • Email : info@voio.gr
Δήμος Βοΐου | |
Δημαρχείο | 2465-350100 |
Δ.Ε. Ασκίου | 2465-350200 |
Δ.Ε. Νεάπολης | 2468-350200 |
Δ.Ε. Τσοτυλίου | 2468-350100 |
Υπηρεσίες | |
Αστυνομικό τμήμα Σιάτιστας | 2465-021111 |
Αστυνομικό τμήμα Νεαπόλεως | 2465-002120 |
Ταχυδρομείο Σιάτιστας | 2465-021492 |
Ταχυδρομείο Νεάπολης | 2468-022319 |
Ταχυδρομείο Τσοτυλίου | 2468-031514 |
Ιερά Μητρόπολη Σισανίου & Σιατίστης |
2465-021365, 2465-021257 |