Η Κορυφή είναι χωριό του Δήμου Βοΐου. Η επίσημη ονομασία είναι “η Κορυφή” και έχει υψόμετρο 941 μέτρα.
Καμιά γραπτή ή άλλη μνημειακή μαρτυρία δεν υπάρχει για την ίδρυση του χωριού εκτός από το παλιό νεκροταφείο στη θέση "Πεθαμένος". Οι τάφοι του νεκροταφείου είναι σαφώς βυζαντινής εποχής, γεγονός που μας οδηγεί στη διαπίστωση ότι στη θέση του σημερινού χωριού υπήρχε οικισμός από τα χρόνια εκείνα. Στη θέση του από τις αρχές του 18ου αιώνα εμφανίζεται νέο χωριό με το όνομα Μπόρσια. Το νέο χωριό αναγράφεται στον κώδικα της Μονής Ζάβορδας με τη σημείωση ότι μετά το 1692 είχε δύο οικογένειες. Συνεπώς, η ίδρυσή του τοποθετείται στο τέλος του 17ου και στις αρχές του 18ου αιώνα. Μετά τον θάνατο του Αλή Πασά, οι κάτοικοι φρόντισαν να εξαγοράσουν το χωριό τους από τον τσιφλικούχο μπέη Ιμπραήμ Τσάτσου, ο οποίος ζήτησε αποζημίωση 40.000 γρόσια.
Μετά την εξαγορά του χωριού, οι κάτοικοι πέτυχαν με ανθρώπους – κυρίως καλφάδες (πρωτομάστορες) – που είχαν στην Κωνσταντινούπολη, να απαλλαγούν από κάθε είδος φορολογίας και άλλης τουρκικής εκμετάλλευσης. Μετά τον ξεσηκωμό του 1821 και την απελευθέρωση της νότιας Ελλάδας, στην περιοχή έδρασε ο οπλαρχηγός καπετάν-Γεωργάκης Σαλταπίτας. Με λημέρι και ορμητήριο την Κορυφή είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων και των Αρβανιτών. Από το 1878 και μετά έδρασε ο οπλαρχηγός Λεωνίδας Χατζημπύρος από τη Σαμαρίνα, ο "Αετός της Πίνδου", όπως τον αποκαλούσαν. Το 1940, στον αγώνα ενάντια στον ιταλικό φασισμό, η Κορυφή αντιπροσωπεύθηκε με καθολική συμμετοχή των κατοίκων του χωριού. Από την Κορυφή πέρασαν τον Νοέμβριο του 1940 τα ελληνικά Συντάγματα για την περιοχή του Επταχωρίου, όπου ο Δαβάκης πολεμούσε τους επιδρομείς.